Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

Ομιλία με θέμα "Ο ασθενής με υποτροπιάζουσες άφθες" στο 15ο Παμπελοποννησιακό Συνέδριο, 20-6-2014, Ξενοδοχείο Elite, Καλαμάτα


Ολοκληρώθηκαν με επιτυχία οι εργασίες του 15ου Παμπελοποννησιακού Συνεδρίου στο ξενοδοχείο Elite της Καλαμάτας, 20-22 Ιουνίου.

Την Παρασκευή 20 Ιουνίου παρουσιάστηκε από τον Αθανάσιο Ζακόπουλο η ομιλία με θέμα "Ο ασθενής με υποτροπιάζουσες άφθες"


Από την ομιλία "Ο ασθενής με υποτροπιάζουσες άφθες"

Από την ομιλία "Ο ασθενής με υποτροπιάζουσες άφθες"

Από την ομιλία "Ο ασθενής με υποτροπιάζουσες άφθες"

Από την ομιλία "Ο ασθενής με υποτροπιάζουσες άφθες"

Από την ομιλία "Ο ασθενής με υποτροπιάζουσες άφθες"

Από την ομιλία "Ο ασθενής με υποτροπιάζουσες άφθες"

Από την ομιλία "Ο ασθενής με υποτροπιάζουσες άφθες"



Ενημέρωση από τον Δήμο Καλαμάτας

Με τον καλό φίλο και εξαίρετο συνάδελφο Κώστα Τόσιο, Επίκουρο καθηγητή στη Στοματολογία, στο ξενοδοχείο Elite




Τελετή Έναρξης του συνεδρίου

Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

Οξέα στοματολογικά περιστατικά στην καθημερινή οδοντιατρική πράξη

                              


Άρθρο των Αθανάσιου Ζακόπουλου και Αλεξάνδρας Σκλαβούνου που δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό του Ο.Σ.Α, τεύχος 62, 2004




ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Ο οδοντίατρος στο χώρο του ιατρείου έρχεται συχνά αντιμέτωπος με περιστατικά τα οποία έχουν οξεία εμφάνιση και πορεία και δεν αφορούν σε βλάβες των οδοντικών ιστών, αλλά των μαλακών μορίων του βλεννογόνου του στόματος. Οι ασθενείς, ανήσυχοι, προσέρχονται με οξέα σημεία και συμπτώματα στον οδοντίατρο, ο οποίος καλείται να διαγνώσει σωστά μία τέτοια κατάσταση, να ανακουφίσει, να καθησυχάσει και, αν χρειασθεί, να παραπέμψει τον ασθενή σε συναφείς ειδικότητες για περαιτέρω διερεύνηση και αντιμετώπιση.

Στο άρθρο αυτό γίνεται  αναφορά σε σχετικά συνήθη νοσήματα που έχουν την εικόνα του επείγοντος και οφείλονται σε χημικομηχανικά αίτια, αλλεργικές/τοξικές αντιδράσεις ή λοιμογόνους παράγοντες. Ορισμένα είναι τοπικής αιτιολογίας, ενώ άλλα αποτελούν στοματικές εκδηλώσεις συστηματικών παθολογικών καταστάσεων. Η παρουσίαση των περιστατικών θα γίνει με τη βοήθεια ενός σύντομου ιστορικού το οποίο θα συνοδεύεται από την κλινική εικόνα. Θα ακολουθεί η διαφορική διάγνωση και τέλος θα συζητείται η θεραπευτική αντιμετώπιση.


Α. ΒΛΑΒΕΣ ΑΠΟ ΤΡΑΥΜΑΤΙΚΑ-ΧΗΜΙΚΑ ΑΙΤΙΑ

Οξείες τραυματικές βλάβες του βλεννογόνου του στόματος με τη μορφή ελκώσεων, εκτεταμένων διαβρώσεων ή και νεκρώσεων παρατηρούνται σχετικά συχνά και οφείλονται σε μηχανικούς τραυματισμούς ή σε χημικά/θερμικά εγκαύματα από μία πληθώρα βλαπτικών παραγόντων όπως ζεστά σκεύη φαγητού, καυτές κολλώδεις τροφές, χλωρίνη, βενζίνη, νέφτι, καυστική σόδα, κανέλλα, όξινοι  χυμοί  φρούτων, αγροτικά φάρμακα, τοπική εφαρμογή ασπιρίνης, οινόπνευμα, κα. Εξέχουσα θέση κατέχουν και πολλά οδοντιατρικά υλικά και φάρμακα όπως υδροξείδιο του νατρίου, γλουταραλδεύδη, ιώδιο, χλωρεξιδίνη, τριχλωροξικό οξύ, υποχλωριώδες νάτριο, φαινόλη, ευγενόλη,  αδροποιητικά διαλύματα, λευκαντικοί παράγοντες όπως το πυκνό υπεροξείδιο του υδρογόνου, ακρυλικές ρητίνες κ.α.

Η κλινική εικόνα ποικίλει από ερυθρότητα και οίδημα του βλεννογόνου έως διάβρωση ή και ανώμαλη έλκωση καλυπτόμενη από ψευδομεμβράνη, ενώ σε εξαιρετικά σοβαρές περιπτώσεις παρατηρούνται νεκρώσεις σε βάθος ιστών. Οι βλάβες είναι συνήθως επώδυνες και οι ασθενείς αναφέρουν ότι ο πόνος στην πάσχουσα περιοχή επιδεινώνεται με την πάροδο των ωρών από τη στιγμή της πρώτης επαφής με το βλαπτικό παράγοντα, καθώς και με τη λήψη ερεθιστικών τροφών. Η έκταση των βλαβών εξαρτάται από το είδος και την ένταση του βλαπτικού παράγοντα καθώς και από τον τρόπο και τη διάρκεια επαφής του με το βλεννογόνο.

Όσον αφορά στην αντιμετώπιση παρόμοιων βλαβών, απαραίτητη είναι η άρση του τραυματικού αιτίου, η αποφυγή κατανάλωσης τροφών ή ποτών που ερεθίζουν τη βλάβη και η λήψη αναλγητικών, ενώ σε μεγάλης έκτασης  αλλοιώσεις ενδείκνυται η χορήγηση πολύ μικρών δόσεων κορτικοστεροειδών. Γενικά αντενδείκνυνται αντισηπτικά διαλύματα που περιέχουν αλκοόλη καθώς και η λήψη θερμών τροφών, ροφημάτων και φαγητών με καρυκεύματα. Συνήθως η παρέλευση των συμπτωμάτων και η επούλωση των βλαβών κυμαίνεται, ανάλογα με τη βαρύτητα, από λίγες ημέρες μέχρι 2 εβδομάδες.


ΚΛΙΝΙΚΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ 1

Άντρας 60 ετών προσήλθε με επώδυνη εξέλκωση στη ραχιαία επιφάνεια της γλώσσας, διάρκειας 10 ημερών. Στο ιστορικό ανέφερε λήψη δισκίων μαγνησίου που διαλύονται στο στόμα, καθώς και χρήση στοματοπλυμάτων για θεραπεία της βλάβης.

Με βάση το ιστορικό και την κλινική εικόνα της βλάβης, η διαφορική διάγνωση περιέλαβε:

1. χημικό έγκαυμα,
2. θερμικό έγκαυμα
3. τραυματικό έλκος
4. ηωσινόφιλο έλκος
5. φυματικό έλκος
6. συφιλιδικό έλκος

Το συφιλιδικό έλκος είναι ανώδυνο, δεν έχει οξεία πορεία και συνοδεύεται από σύστοιχη λεμφαδενίτιδα η οποία δεν υπήρχε στον ασθενή και σε συνδυασμό με το αρνητικό ιστορικό στοματογεννητικής επαφής κατέλαβε την τελευταία θέση στον κατάλογο της διαφορικής διάγνωσης. Το φυματικό έλκος, από την άλλη πλευρά, είναι σχετικά χρόνιο, ανώδυνο και μπορεί να συνοδεύεται από γενικά συμπτώματα, ενώ το έλκος του ασθενή ήταν επώδυνο και οξύ. Το ηωσινόφιλο έλκος αν και φλεγμονώδους αιτιολογίας είναι συνήθως χρόνιο και ανώδυνο, χωρίς γενική συμπτωματολογία, σε αντίθεση με το τραυματικό, το οποίο όταν είναι οξύ είναι επώδυνο. Το έγκαυμα του βλεννογόνου της γλώσσας με βάση το ιστορικό του ασθενούς που ανέφερε τοπική εφαρμογή δισκίων μαγνησίου θεωρήθηκε η πιο πιθανή διάγνωση για τη συγκεκριμένη περίπτωση, καθ’ όσον δεν υπήρχαν στο ιστορικό του ασθενούς στοιχεία θερμικού ερεθίσματος ώστε το έγκαυμα να θεωρηθεί θερμικό.

Άρση του πιθανού αιτιολογικού παράγοντα, δηλαδή διακοπή του φαρμάκου και επανεξέταση του ασθενούς σε μία εβδομάδα αποκάλυψε τάση επούλωσης της εξέλκωσης και κατά συνέπεια δεν θεωρήθηκε απαραίτητη η λήψη βιοψίας. Ταυτόχρονα ο ορολογικός έλεγχος για σύφιλη (VDRL) και η ακτινογραφία θώρακος για πιθανή φυματίωση έδωσαν αρνητικά αποτελέσματα. Στον ασθενή, συστήθηκε εκτός από τη διακοπή του φαρμάκου, διακοπή και των στοματοπλυμάτων, ενώ εφαρμόσθηκε τοπική ενδοβλαβική έγχυση κορτικοειδούς εφ’ άπαξ (celestone chronodose inj) με πολύ καλά αποτελέσματα.



Β. ΑΛΛΕΡΓΙΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΕ ΦΑΡΜΑΚΑ

Ο κατάλογος των ουσιών που μπορεί να ευθύνονται για αλλεργικές αντιδράσεις με εκδηλώσεις στο βλεννογόνο του στόματος και την περιστοματική περιοχή είναι ιδιαίτερα μακρύς και περιλαμβάνει πληθώρα, κυρίως φαρμακευτικών ουσιών, τροφών, φυτών, τοπικών αναισθητικών, οδοντιατρικών αποτυπωτικών υλικών κ.α.

Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι ο όρος στοματίτιδα εξ επαφής δεν σχετίζεται τόσο με αλλεργική αντίδραση του βλεννογόνου, όσο με τοξική ή χημική επίδραση των βλαπτικών παραγόντων τοπικά, σε αντίθεση με τη δερματίτιδα εξ επαφής. Το φαινόμενο της στοματίτιδας εξ επαφής που οφείλεται σε τοπική αλλεργική αντίδραση, είναι εξαιρετικά σπάνιο. Πλέον συνήθεις είναι οι αντιδράσεις του βλεννογόνου σε συστηματική χορήγηση φαρμάκων στις οποίες περιλαμβάνεται και το πολύμορφο ερύθημα καθώς και το αγγειονευρωτικό οίδημα ή οίδημα Quincke.

Το πολύμορφο ερύθημα αποτελεί μια οξεία βλεννογονοδερματική νόσο, η οποία συνδυάζεται με διάφορους λοιμογόνους και φαρμακευτικούς παράγοντες (ιός του απλού έρπητα, βαρβιτουρικά, σουλφοναμίδες, πενικιλλίνες, μη στερινοειδή αντιφλεγμονώδη, κ.ά). Έχει οξεία εμφάνιση με ανάπτυξη κηλίδων, βλατίδων, φυσαλίδων, ανώμαλων διαβρώσεων και ελκώσεων στο βλεννογόνο του στόματος, σχηματισμό αιμορραγικών εφελκίδων στο ερυθρό κράσπεδο των χειλέων, καθώς και ερυθηματώδων βλαβών με τη μορφή στόχου στο δέρμα των άκρων αρχικά. Προσβάλλονται όλες οι θέσεις του βλεννογόνου του στόματος, σπανιότερα όμως τα ούλα και η σκληρή υπερώα, σημείο ιδιαίτερα χρήσιμο για τη διαφορική διάγνωση από την πρωτοπαθή ερπητική ουλοστοματίτιδα, ενώ αντίθετα η προσβολή των χειλέων αποτελεί ενδεικτικό σημείο της νόσου. Συνήθως οι βλάβες αποδράμουν σε διάστημα 2-6 εβδομάδων. Στον ασθενή αναλόγως της βαρύτητας των βλαβών χορηγούνται συστηματικά μικρές δόσεις κορτικοστεροειδών ή αντιερπητικών φαρμάκων σε περίπτωση που διαγνωσθεί ότι πρόκειται για υποτροπιάζον πολύμορφο ερύθημα όπου το αίτιο είναι ο ιός του απλού έρπητα. Η λήψη ενός καλού ιστορικού θα διευκολύνει σημαντικά τόσο τη διαφορική διάγνωση από άλλες φυσαλιδοελκωτικές νόσους, όσο και την καθησύχαση του ασθενούς ότι δεν πρόκειται για μια επικίνδυνη κατάσταση.

Το αγγειοοίδημα ή αγγειονευρωτικό οίδημα ή νόσος του Quincke είναι ένας  σχετικά συνήθης τύπος αλλεργικής αντίδρασης που διακρίνεται σε  δυο μορφές, την επίκτητη και την κληρονομική. Ο επίκτητος τύπος είναι πιο συνήθης και οφείλεται σε φάρμακα, τροφές, σκόνη και άλλες ουσίες που μπορεί να δράσουν ως αλλεργιογόνα. Κλινικά παρατηρείται διάχυτο οίδημα, μονήρες ή πολλαπλό, χωρίς ερυθρότητα που αφορά σε όλο το πρόσωπο αλλά κυρίως στα χείλη και στην περιστοματική περιοχή ή στην περιοχή γύρω από τους οφθαλμούς. Ενδοστοματικά μπορεί να προσβληθεί η γλώσσα προκαλώντας λειτουργικά προβλήματα και δυσχέρεια στην αναπνευστική λειτουργία. Οι ασθενείς αναφέρουν απότομη εμφάνιση και αίσθημα ελαφρού κνησμού και τάσης στην περιοχή. Το οίδημα παρέρχεται συνήθως σε διάστημα 2-3 ημερών. Διαφορική διάγνωση θα πρέπει να γίνει από την κοκκιωματώδη χειλίτιδα (είναι επίσης αιφνίδια αλλά δεν παρέρχεται γρήγορα), καθώς και από άλλες αιτίες που προκαλούν οίδημα στο χείλος όπως το οξύ απόστημα, τη δήξη χείλους (αιμάτωμα), τη νόσο του Crohn και τη στοματο-προσωπική κοκκιωμάτωση. Η διάγνωση θα γίνει κυρίως με βάση το ιστορικό. Απαραίτητη είναι η διακοπή του αλλεργιογόνου παράγοντα και η χορήγηση αντιϊσταμινικών per os ή η ενδομυϊκή ένεση κορτιζόνης σε σοβαρότερες καταστάσεις.


ΚΛΙΝΙΚΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ 2

Άντρας 42 ετών προσήλθε με πολλαπλές ελκώσεις στη στοματική κοιλότητα, διάρκειας 3-4 ημερών. Διαπιστώθηκε πόνος, δυσφαγία, δυσκαταποσία, αυξημένη σιαλόρροια, καθώς και μικρές βλάβες στα γεννητικά όργανα. Στο ιστορικό ανέφερε λήψη αντιβίωσης προ λίγων ημερών λόγω ουρολοίμωξης. Ο ασθενής χαρακτηρίζεται γενικά ως αλλεργικό άτομο, ενώ προ δεκαετίας είχε υποβληθεί σε μεταμόσχευση μυελού των οστών. Με βάση την κλινική εικόνα και το ιστορικό του ασθενούς η διαφορική διάγνωση περιέλαβε τα εξής:

1. πολύμορφο ερύθημα
2. σύνδρομο Stevens-Johnson
3. σύνδρομο Αδαμαντιάδη-Behcet
4. ερπητική στοματίτιδα

Η οξεία εμφάνιση των βλαβών, η έλλειψη γενικών συμπτωμάτων και λεμφαδενίτιδας σε συνδυασμό με το ιστορικό λήψης αντιβίωσης οδήγησε στην πιθανή κλινική διάγνωση του πολυμόρφου ερυθήματος. Οι βλάβες στα γεννητικά όργανα, οι οποίες προσανατολίζουν τόσο στο σύνδρομο Stevens-Johnson όσο και στο σύνδρομο Αδαμαντιάδη-Behcet, απλά συνυπήρχαν με τις στοματικές εκδηλώσεις του πολυμόρφου ερυθήματος (γεγονός που συμβαίνει αρκετά συχνά και μπορεί να περιπλέξει την τελική διάγνωση). Στο σύνδρομο Stevens-Johnson, το οποίο αποτελεί βαρειά μορφή πολυμόρφου ερυθήματος συνυπάρχουν βλάβες από το δέρμα και τους επιπεφυκότες καθώς και γενικά συμπτώματα. Στο σύνδρομο Behcet οι βλάβες του στόματος μιμούνται τις υποτροπιάζουσες άφθες και ο ασθενής αναφέρει συχνές υποτροπές, ενώ για να τεθεί η τελική διάγνωση πρέπει να συνυπάρχουν επιπλέον κύρια ή δευτερεύοντα κλινικά σημεία όπως βλάβες οφθαλμικές, δερματικές ή από τις αρθρώσεις, τα αγγεία κλπ. Όσον αφορά στην ερπητική στοματίτιδα, απουσίαζαν τα γενικά συμπτώματα καθώς και βλάβες στα ούλα και υπερώα. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η πρωτοπαθής ερπητική λοιμώξη στους ενήλικες έχει τη μορφή εμπύρετης φαρυγγοαμυγδαλίτιδας. Στον ασθενή χορηγήθηκε συστηματικά πρεδνιζολόνη (prezolon) 30 mg/24h επί 5 ημέρες, με σταδιακή μείωση τις επόμενες ημέρες, με άριστα αποτελέσματα.


Γ. ΛΟΙΜΩΔΗ ΝΟΣΗΜΑΤΑ


Στον τομέα των οξέων στοματολογικών νοσημάτων που οφείλονται σε λοιμογόνους παράγοντες, η οξεία ελκονεκρωτική ουλίτιδα αποτελεί μια πάθηση με την οποία μπορεί ο οδοντίατρος να έρθει αντιμέτωπος. Ως υπεύθυνοι μικροοργανισμοί φέρονται διάφορα αναερόβια μικρόβια όπως σπειροχαίτες, τριχομονάδες, ατρακτόμορφο βακτηρίδιο, η μπορέλια του Vincent κ.α, η  παθογόνος δράση των οποίων προϋποθέτει έδαφος ελαττωμένης αμυντικής ικανότητας λόγω τοπικών (κακή στοματική υγιεινή) ή συστηματικών παραγόντων (ανοσοανεπάρκεια, stress κλπ). Οι ασθενείς, συνήθως νεαρής ηλικίας 15-30 ετών, παραπονούνται για καύσο ή ελαφρό πόνο στα ούλα, τα οποία εμφανίζουν κρατηροειδείς νεκρώσεις στις μεσοδόντιες θηλές και στην παρυφή. Τα συμπτώματα εντείνονται, παρατηρείται δυσκολία στη μάσηση, πυρετός, σύστοιχη λεμφαδενίτιδα και κακοσμία του στόματος. Αντίστοιχες  βλάβες  μπορεί να εμφανισθούν και σε άλλες περιοχές του βλεννογόνου όπως παρειές, έδαφος του στόματος κ.α. Η διάγνωση στηρίζεται στην κλινική εικόνα και το ιστορικό. Η  χορήγηση οξυγονούχων στοματοπλυμάτων τοπικά, πενικιλλίνης ή και μετρονιδαζόλης συστηματικά και η σχολαστική στοματική υγιεινή σε δεύτερη φάση θα οδηγήσει σε αποδρομή της νόσου. Τυχόν μειωμένη ανταπόκριση των βλαβών στη θεραπεία πρέπει να οδηγήσει σε υποψία για την ύπαρξη κάποιου γενικότερου προδιαθεσικού παράγοντα. Αξίζει να τονισθεί ότι η ελκονεκρωτική ουλίτιδα συμπεριλαμβάνεται στην ομάδα Ι βλαβών που σχετίζονται με HIV-λοίμωξη.

Τέλος, η πρωτοπαθής ερπητική ουλοστοματίτιδα αποτελεί μια οξεία λοίμωξη του βλεννογόνου του στόματος που οφείλεται στον ιό του απλού έρπητα (HSV-1). Οι ασθενείς, συνήθως παιδιά ηλικίας 3-7 ετών, σπανιότερα έφηβοι και ενήλικες, προσέρχονται  αρχικά με ποικίλης βαρύτητας γενικά φαινόμενα όπως αδιαθεσία, καταβολή δυνάμεων, πυρετό 38-39ο , ανορεξία, τα οποία αργότερα (1-2 ημέρες) συνοδεύονται από την εμφάνιση διάσπαρτων φυσαλίδων σε όλο το βλεννογόνο. Μετά τη ρήξη τους καταλείπουν επώδυνες διαβρώσεις που περιβάλλονται από ερυθρή άλω και μοιάζουν με άφθες. Στα ούλα παρατηρείται παρυφώδες ερύθημα, οι μεσοδόντιες θηλές φλεγμαίνουν, είναι υπεραιμικές και με ελαφρύ ακόμα ερεθισμό, αιμορραγούν. Οι κλινικές αυτές εκδηλώσεις συνοδεύονται από διόγκωση των τραχηλικών λεμφαδένων. Οι ασθενείς πρέπει να καθησυχαστούν πως οι βλάβες είναι αυτοπεριοριζόμενες και θα παρέλθουν σε διάστημα 1-2 εβδομάδων συνήθως χωρίς θεραπεία, αν και η χορήγηση ακυκλοβίρης ή βαλασικλοβίρης μειώνει το χρόνο των βλαβών και επιταχύνει την ίαση.


ΚΛΙΝΙΚΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ 3

Νεαρό κορίτσι 8 ετών προσήλθε με πολλαπλές μικρές διαβρώσεις στην γλώσσα και στα χείλη. Τα ούλα εμφανίζονταν ερυθρά και οιδηματώδη, ενώ αναφέρθηκε υψηλός πυρετός (39), δυσκαταποσία και κακουχία. Η ψηλάφηση των υπογναθίων λεμφαδένων ήταν επώδυνη. Η έναρξη των σημείων και συμπτωμάτων σημειώθηκε πριν από πέντε ημέρες περίπου.

Στην διαφορική διάγνωση συμπεριλαμβάνονται:

1. ερπητική ουλοστοματίτιδα (πρωτοπαθής)
2. ερπητόμορφα έλκη
3. πολύμορφο ερύθημα-σύνδρομο Stevens-Johnson
4. ερπητική κυνάγχη
5. νόσος χειρών-ποδών-στόματος
6. ελκονεκρωτική ουλίτιδα

Τα ερπητόμορφα έλκη δεν συνοδεύονται από γενικά συμπτώματα και συνήθως δεν εκδηλώνονται στα ούλα. Χαρακτηριστικές δερματικές βλάβες-στόχοι που απαντώνται συχνά στο πολύμορφο ερύθημα δεν βρέθηκαν, ενώ οι ενδοστοματικές βλάβες επεκτείνονταν στα ούλα εύρημα το οποίο δεν παρατηρείται συνήθως στο πολύμορφο ερύθημα. Επίσης απουσιάζουν τα γενικά συμπτώματα που χαρακτηρίζαν τη μικρή ασθενή ενώ η απουσία βλαβών από άλλους βλεννογόνους απομάκρυνε την πιθανότητα του συνδρόμου Stevens-Johnson Η ερπητική κυνάγχη αποκλείστηκε λόγω της επέκτασης των βλαβών σε όλο το στοματικό βλεννογόνο, ενώ στην κυνάγχη οι βλάβες περιορίζονται στην περιοχή της μαλακής υπερώας και στο φάρυγγα. Βλάβες στις παλάμες και τα πέλματα δεν συνόδευαν τις στοματικές εκδηλώσεις, αποκλείοντας έτσι την ιογενούς αιτιολογίας νόσο χειρών-ποδών-στόματος (ιοί Coxsackie). Τέλος, δεν διαπιστώθηκε νέκρωση ή έλκωση μεσοδόντιων θηλών, με αποτέλεσμα να αποκλεισθεί η περίπτωση της ελκονεκρωτικής ουλίτιδας. Κατά συνέπεια, όλα τα κλινικά σημεία και το ιστορικό συνηγορούσαν υπερ της   διάγνωσης της πρωτοπαθούς ερπητικής ουλοστοματίτιδας. Στη μικρή ασθενή χορηγήθηκε αντιερπητική αγωγή (Zovirax 1gr/24h) επί μία εβδομάδα, με άριστα αποτελέσματα.


 ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Συμπερασματικά θα πρέπει να τονισθεί ότι οι προαναφερθείσες στοματολογικές παθήσεις μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο της καθημερινής οδοντιατρικής πράξης και ο γενικός οδοντίατρος θα πρέπει να είναι ενήμερος διότι πιθανότατα είναι ο πρώτος που θα έρθει αντιμέτωπος με τον ασθενή. Η λήψη ενός πλήρους και λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού, σε συνδυασμό με τη γνώση και αναγνώριση των στοματικών βλαβών και την αναζήτηση εκδηλώσεων σε άλλους ιστούς ή όργανα, θα τον βοηθήσει ώστε να θέσει την τελική διάγνωση και να ανακουφίσει, να θεραπεύσει ή αν χρειασθεί να παραπέμψει τον ασθενή σε συναφείς ειδικότητες για περαιτέρω διερεύνηση.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


1.     Αγγελόπουλος Α, Παπανικολάου Σ, Αγγελοπούλου Ε: Σύγχρονη Στοματική και Γναθοπροσωπική Παθολογία. 3η Έκδοση. Ιατρικές εκδόσεις Λίτσας. 2000.
2.     Neville B, Damm D, Allen C, Bouquot J. Oral and maxillofacial pathology. 2nd edition. 2002.
3.     Sklavounou A, Laskaris G:Eosinophilic ulcer of the oral mucosa, Oral Surg Oral Med Oral Pathol 58:431-436, 1984.
4.     Schofield JK, Tatnail FM, Leigh IM: Recurrent erythema multiforme:      clinical features and treatment in a large series of patients, Br J Dermatol 128:542-545, 1993.
5.     Scott DA, Coulter WA, Lamey P-J:Oral shedding of herpes simplex virus type I: a review, J Oral Pathol Med 26:441-447, 1997.
6.     Rees SR, Gibson J:Angioedema and swellings of the orofacial region, Oral Diseases 3:39-42, 1997.
7.     De Rossi SS, Greenberg MS:Intraoral contact allergy: a literature review and case reports, J Am Dent Assoc 129:1435-1441, 1998.
8.     Rowland RW:Necrotizing ulcerative gingivitis, Ann Periodontol 4:65-73, 1999.
9.     Helm TN, Camisa C, Allen C, et al:Clinical features of Behcet’s disease:report of four cases, Oral Surg Oral Med Oral Pathol 72:30-34, 1991.